- αρυταινοειδής
- -ές (Α ἀρυταινοειδής, [-οῡς], -ές)αυτός που μοιάζει στο σχήμα με αρύταινα* (αποδίδεται στον τρίτο χόνδρο του λάρυγγα) (Γαληνός)νεοελλ.«αρυταινοειδείς μύες» — ζεύγος μυών που κλείνουν την είσοδο του λάρυγγα κατά την κατάποση.
Dictionary of Greek. 2013.